Πιστεύουμε ότι όπως πολλές άλλες ανακαλύψεις, έτσι και το σαπούνι ανακαλύφτηκε τυχαία.
Περίπου 6000 χρόνια ΠΧ, κάποιοι κυνηγοί άναψαν φωτιά και έψησαν τα θηράματά τους, μέρος του λίπους έλειωσε και χύθηκε στο χώμα.
Στη συνέχεια πιθανό τους έπεσε νερό πάνω στο «τζάκι» ή έβρεξε,
Το νερό ζεστό όπως ήταν αντέδρασε με τη στάχτη και παράχθηκε αλισίβα η αλισίβα ζεστή ακόμα αντέδρασε με το επίσης ζεστό λίπος.
Όταν πήγαν στο κοντινό ρυάκι να πλύνουν κάποια από τα ρούχα τους ή να πλυθούν οι ίδιοι διαπίστωσαν πως το νερό κατά ένα πρωτόγνωρο τρόπο άφριζε αλλά τα ρούχα ή τα χέρια τους καθάριζαν ευκολότερα και καλύτερα.
Το πιθανότερο είναι κάποιος από τους κυνηγούς με ιδιαίτερη παρατηρητικότητα και εφευρετικότητα θέλησε να επαναλάβει τη διαδικασία για να βεβαιωθεί.
Το επόμενο στάδιο εικάζουμε ότι θα προσπάθησε να επαναλάβει τη διαδικασία πιο οργανωμένα με σκοπό να ανακαλύψει την ουσία που ήταν η αιτία του καλού.
Στην αρχή πιθανολογούμε πως κάθε φορά που επαναλάμβανε το πείραμα είχε και διαφορετικά αποτελέσματα, άλλοτε τα χέρια έτσουζαν αλλά καθάριζαν καλά, άλλοτε πάλι δεν καθάριζαν τόσο καλά αλλά τότε δεν έτσουζαν και κάνοντας πιο προσεκτικές παρατηρήσεις διαπίστωσε ότι οι αναλογίες των συστατικών ήταν το κλειδί της υπόθεσης, από κει και πέρα ο δρόμος ήταν εύκολος.
Εμπειρικά υπολόγισε τις ποσότητες ενδεχόμενα και το είδος της στάχτης και του λίπους που έπρεπε να αναμείξει ώστε να πετύχει αφενός να πλένει αποτελεσματικά το σώμα η τα ρούχα του και αφετέρου να μη έχει το ενοχλητικό τσούξιμο.